PARTICIPLES (= Μετοχές)
ΓΕΝΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ:
Δεν λειτουργούν ως ρήματα αλλά αποτελούν ρηματικούς τύπους που συμπληρώνουν την ιδιότητα του ρήματος.
Όπως στα ελληνικά, έτσι στα αγγλικά υπάρχουν δύο είδη μετοχών ανάλογα με «διάθεση» τους:
1. η ενεργητική (=-όντας) [Present Participle] και
2. η παθητική μετοχή (-μένος) [Past Participle].
Σχηματίζεται με το ρήμα + την κατάληξη –ing
cry --> crying (= κλαίγοντας)
eat --> eating (= τρώγοντας)
write --> writing (= γράφοντας)
Ο σχηματισμός της μας θυμίζει τον χρόνο Present Continuous. Αλλά προσοχή στην ενεργητική μετοχή προσθέτω ΜΟΝΟ την κατάληξη –ing, ενώ για τον σχηματισμό του Present Continuous χρειάζομαι το ρήμα ΒΕ (am/is/are) και το κύριο ρήμα με την κατάληξη –ing.
e.g. I am playing the guitar. (= Παίζω κιθάρα)
e.g. Playing the guitar is not so difficult if you practice. (= Το να παίζεις κιθάρα …. )
e.g. She left school while she was crying. (= …. καθώς έκλαιγε)
e.g. She left school crying. (= Έφυγε κλαίγοντας….)
ΧΡΗΣΗ
1. Για τον σχηματισμό Continuous χρόνων ΠΑΝΤΑ σε συνδυασμό με το κατάλληλο βοηθητικό ρήμα (auxiliary verb:am/is/are, was/were,have been etc).
PRESENT CONTINUOUS: be (am /is/are) + -ing e.g. She is watching TV.
PAST CONTINUOUS: be (was/were) + - ing e.g. She was watching TV.
PRESENT PERFECT CONTINUOUS: have/has + been + -ing e.g. She has been watching TV.
PAST PERFECT CONTINUOUS: had + been + -ing e.g. She had been watching TV.
FUTURE CONTINUOUS: will + be + -ing e.g. She will be watching TV.
FUTURE PERFECT CONTINUOUS: will have + been + -ing e.g. She will have been watching TV.
2. Σε θέση επιθέτου (adjective) που προσδιορίζει κάποιο ουσιαστικό.
e.g. The mother hugged and tried to calm down the crying baby. ( …. the baby who was crying)
e.g. The nurse took care of my bleeding knees. ( …. the knees that were bleeding)
3. Σε θέση ουσιαστικού (noun) και κατά συνέπεια ως υποκείμενο (= subject) , άμεσο (=direct object) ή έμμεσο αντικείμενο(= indirect object) του ρήματος. Σε αυτή την περίπτωση πρόκειται για το γνωστό μας Γερούνδιο (= Gerund)
e.g. Swimming is an exhausting sport. [Subject] (= Η κολύμβηση είναι ένα πολύ κουραστικό άθλημα.)
e.g. Valerie hates waking up early in the morning. [direct object] (= Η Βαλερι σιχαίνεται το να ξυπνάει νωρίς ….)
e.g. We gave bungee-jumping a chance. [indirect object] (= Δοκιμάσαμε bungee jumping…)
e.g. Joel bit her tongue instead of criticizing her boyfriend’s outfit. [object of the preposition instead of] (= ….. αντί να κριτικάρει....)
cure --> cured (=θεραπευμένος)
use --> used (=χρησιμοποιημένος)
tire --> tired (= κουρασμένος)
write --> written (= γραμμένος)
buy --> bought (= αγορασμένος)
ΧΡΗΣΗ
1. Χρησιμοποιείται στον σχηματισμό των Perfect Simple χρόνων της παθητικής φωνής (Passive Voice) και της Causative (have/get stg done)
PAST PERFECT: had + -ed/ 3η στήλη e.g. He had watched tv/had written an essay.
FUTURE PERFECT: will have + -ed/ 3η στήλη e.g. He will have watched tv/ will have written an essay.
MODAL PERFECT: MODAL + have + -ed/ 3η στήλη e.g. He may have watched tv/ may have written an essay.
Δεν λειτουργούν ως ρήματα αλλά αποτελούν ρηματικούς τύπους που συμπληρώνουν την ιδιότητα του ρήματος.
Όπως στα ελληνικά, έτσι στα αγγλικά υπάρχουν δύο είδη μετοχών ανάλογα με «διάθεση» τους:
1. η ενεργητική (=-όντας) [Present Participle] και
2. η παθητική μετοχή (-μένος) [Past Participle].
PRESENT PARTICIPLE
(=ΕΝΕΡΓΗΤΙΚΗ ΜΕΤΟΧΗ)
cry --> crying (= κλαίγοντας)
eat --> eating (= τρώγοντας)
write --> writing (= γράφοντας)
Ο σχηματισμός της μας θυμίζει τον χρόνο Present Continuous. Αλλά προσοχή στην ενεργητική μετοχή προσθέτω ΜΟΝΟ την κατάληξη –ing, ενώ για τον σχηματισμό του Present Continuous χρειάζομαι το ρήμα ΒΕ (am/is/are) και το κύριο ρήμα με την κατάληξη –ing.
e.g. I am playing the guitar. (= Παίζω κιθάρα)
e.g. Playing the guitar is not so difficult if you practice. (= Το να παίζεις κιθάρα …. )
e.g. She left school while she was crying. (= …. καθώς έκλαιγε)
e.g. She left school crying. (= Έφυγε κλαίγοντας….)
ΧΡΗΣΗ
1. Για τον σχηματισμό Continuous χρόνων ΠΑΝΤΑ σε συνδυασμό με το κατάλληλο βοηθητικό ρήμα (auxiliary verb:am/is/are, was/were,have been etc).
PRESENT CONTINUOUS: be (am /is/are) + -ing e.g. She is watching TV.
PAST CONTINUOUS: be (was/were) + - ing e.g. She was watching TV.
PRESENT PERFECT CONTINUOUS: have/has + been + -ing e.g. She has been watching TV.
PAST PERFECT CONTINUOUS: had + been + -ing e.g. She had been watching TV.
FUTURE CONTINUOUS: will + be + -ing e.g. She will be watching TV.
FUTURE PERFECT CONTINUOUS: will have + been + -ing e.g. She will have been watching TV.
2. Σε θέση επιθέτου (adjective) που προσδιορίζει κάποιο ουσιαστικό.
e.g. The mother hugged and tried to calm down the crying baby. ( …. the baby who was crying)
e.g. The nurse took care of my bleeding knees. ( …. the knees that were bleeding)
3. Σε θέση ουσιαστικού (noun) και κατά συνέπεια ως υποκείμενο (= subject) , άμεσο (=direct object) ή έμμεσο αντικείμενο(= indirect object) του ρήματος. Σε αυτή την περίπτωση πρόκειται για το γνωστό μας Γερούνδιο (= Gerund)
e.g. Swimming is an exhausting sport. [Subject] (= Η κολύμβηση είναι ένα πολύ κουραστικό άθλημα.)
e.g. Valerie hates waking up early in the morning. [direct object] (= Η Βαλερι σιχαίνεται το να ξυπνάει νωρίς ….)
e.g. We gave bungee-jumping a chance. [indirect object] (= Δοκιμάσαμε bungee jumping…)
e.g. Joel bit her tongue instead of criticizing her boyfriend’s outfit. [object of the preposition instead of] (= ….. αντί να κριτικάρει....)
PAST PARΤICIPLE
(=ΠΑΘΗΤΙΚΗ ΜΕΤΟΧΗ)
Σχηματίζεται με την κατάληξη –ed στο τέλος του ρήματος (αν το ρήμα μας είναι ομαλό) και με την τρίτη στήλη - Past Participle (αν το ρήμα μας είναι ανώμαλο)cure --> cured (=θεραπευμένος)
use --> used (=χρησιμοποιημένος)
tire --> tired (= κουρασμένος)
write --> written (= γραμμένος)
buy --> bought (= αγορασμένος)
ΧΡΗΣΗ
1. Χρησιμοποιείται στον σχηματισμό των Perfect Simple χρόνων της παθητικής φωνής (Passive Voice) και της Causative (have/get stg done)
PERFECT TENSES
PRESENT PERFECT: have/has + -ed/ 3η στήλη e.g. He has watched tv/ has written an essay.PAST PERFECT: had + -ed/ 3η στήλη e.g. He had watched tv/had written an essay.
FUTURE PERFECT: will have + -ed/ 3η στήλη e.g. He will have watched tv/ will have written an essay.
MODAL PERFECT: MODAL + have + -ed/ 3η στήλη e.g. He may have watched tv/ may have written an essay.
PASSIVE VOICE
PRESENT SIMPLE
|
am/is/are done
|
PRESENT CONTINUOUS
|
am/is/are being done
|
PAST SIMPLE
|
was/were done
|
PAST CONTINUOUS
|
was/were being done
|
PRESENT PERFECT SIMPLE
|
have/has been done
|
PAST PERFECT
|
had been done
|
FUTURE SIMPLE
|
will be done
|
FUTURE PERFECT
|
will have been done
|
GOING TO
|
am/is/are going to be done
|
MODALS
|
can/should/must be done
|
MODAL PERFECT
|
should/must have been done
|
2. Ως επίθετο
προσδιορίζοντας κάποιο ουσιαστικό.
e.g. I tried to fix the broken printer. (… the printer that
was broken)
e.g. It is impossible to eat this burnt spaghetti. ( …the
spaghetti which is burnt)
3. Για την
αντικατάσταση δευτερευουσών προτάσεων.
e.g. Tired as she was, she slept early. (…because/as she was
tired)
e.g. Frightened by the movie the child slept with his
mother.
ΧΡΟΝΙΚΕΣ ΒΑΘΜΙΔΕΣ ΜΕΤΟΧΩΝ
ΕΝΕΡΓΗΤΙΚΗ
ΜΕΤΟΧΗ
|
ΠΑΘΗΤΙΚΗ ΜΕΤΟΧΗ
|
|
PRESENT –
FUTURE
|
doing
|
Done
|
PAST
|
Having done
|
-
|
e.g. Travelling abroad is a great
experience. (PRESENT – FUTURE)
e.g. Having travelled to Paris
before, she preferred to visit London this year. (PAST)
e.g. Having experimented on
different target groups, the scientists decided to release the vaccine in the
global market. (PAST)
e.g. Prepared by last year's experience, the coach knows not to expect too much. (PRESENT)
Comments
Post a Comment